Άρθρο της Μερόπης Τζούφη για το Περιφερειακό Αναπτυξιακό Συνέδριο

H διοργάνωση του Περιφερειακού Αναπτυξιακού Συνεδρίου για την Ήπειρο (23 & 24 Οκτωβρίου) σηματοδοτεί τη μετάβαση της περιοχής μας από την εποχή της κρίσης, στην εποχή της δίκαιης ανάπτυξης, μέσω του διαλόγου με τους κοινωνικούς και παραγωγικούς φορείς.

 

Η Ήπειρος αποτελεί την ορεινότερη και πιο αραιοκατοικημένη περιφέρεια της χώρας, με ένα από τα χαμηλότερα κατά κεφαλήν ΑΕΠ (εκφρασμένο σε όρους αγοραστικής δύναμης) στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, χαρακτηρίζεται από εξαιρετική γεωπολιτική σημασία καθώς συναλλάσσεται και αλληλεπιδρά με τις γειτονικές περιφέρειες και την περιοχή των Βαλκανίων, ενώ είναι πλέον πλήρως διασυνδεδεμένη (ζεύξη Ρίου-Αντιρρίου, Λιμάνι Ηγουμενίτσας, Εγνατία & Ιόνια Οδός).

 

Στο πλαίσιο αυτό, οι κύριοι πολιτικοί και αναπτυξιακοί στόχοι είναι η ενίσχυσης της απασχόλησης και η μείωση της ανεργίας. Επίσης, η δημογραφική ανασυγκρότηση και η συγκράτηση του πληθυσμού είναι αναγκαίες, παράλληλα με την αντιμετώπιση της φυγής εξειδικευμένου δυναμικού σε χώρες του εξωτερικού. Η αγροδιατροφή (πρωτογενής φυτική & ζωική παραγωγή, μεταποίηση τροφίμων & ποτών) παρουσιάζει μια σειρά από αναπτυξιακές προκλήσεις και δυνατότητες. Επιπλέον, κρίσιμα ζητήματα είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, η προώθηση της κοινωνικής και περιφερειακής συνοχής, καθώς και το οικολογικό αποτύπωμα στον επανασχεδιασμό της ανάπτυξης.

 

Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα (Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων & ΤΕΙ Ηπείρου) καταγράφουν σημαντικές επιδόσεις σε εθνικό επίπεδο και συγκεντρώνουν μεγάλο αριθμό ερευνητών και απασχολούμενων σε τομείς έρευνας και καινοτομίας. Αποφασιστικό βήμα για την διασύνδεση τους με την τοπική κοινωνία αποτελεί η πρόσφατη νομοθέτηση των Περιφερειακών Συμβουλίων, ενώ για πρώτη φορά επισπεύδονται οι διαδικασίες αναβάθμισης και συγχώνευσης ΑΕΙ και ΤΕΙ. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η σκέψη για ίδρυση Γεωπονικής Σχολής στην Ήπειρο (Άρτα), ενώ η οργάνωση Διετών Προγραμμάτων Σπουδών θα μπορούσε να καλύψει το χρόνιο κενό της ελλιπούς ουσιαστικής τεχνικής εκπαίδευσης στους αποφοίτους των ΕΠΑΛ. Τέλος, η ίδρυση Ερευνητικού Κέντρου αναμένεται να ενισχύσει το στρατηγικό ρόλο του Πανεπιστημίου στην ευρύτερη περιοχή και να συνδράμει αποφασιστικά στην ενδυνάμωση της έρευνας.

 

Οι φορείς παροχής υπηρεσιών υγείας της Ηπείρου αποτελούν επίσης μέρος της «βαριάς» βιομηχανίας της περιοχής και έχουν ιδιαίτερη συνεισφορά στην ανάπτυξη του τόπου. Ειδικότερα, το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων και το Γενικό Νοσοκομείο «Χατζηκώστα» εξυπηρετούν ετησίως εκατοντάδες χιλιάδες ασθενείς και υποδέχονται περιστατικά όχι μόνο από την Περιφέρεια Ηπείρου, αλλά και από τη Δυτική Μακεδονία, τη Θεσσαλία, τη Δυτική Ελλάδα, τα Βόρεια Ιόνια νησιά, καθώς και από γειτονικές χώρες και ειδικότερα από την Αλβανία. Ιδιαίτερα κρίσιμη είναι η ανάπτυξη υπηρεσιών φροντίδας υψηλής εξειδίκευσης (τομογραφία PET/CT, νέοι υπέρηχοι & ακτινολογικά μηχανήματα), η ανανέωση του εξοπλισμού προς όφελος των υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας της περιοχής (πλυντήρια & κουζίνες, κλίνες), καθώς και η ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων για εξοικονόμηση ενέργειας. Επίσης, η εφαρμογή του σχεδίου για την ανασυγκρότηση της Πρωτοβάθμιας Υγείας (ΤΟΜΥ, Κέντρα Υγείας) αναμένεται να ενισχύσει καθοριστικά την καθολική πρόσβαση στις υπηρεσίες σε επίπεδο κοινότητας. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) επέλεξε τα Ιωάννινα ως το πρώτο σημείο εφαρμογής πιλοτικής μελέτης εφαρμογής, σε συνεργασία με την 6η Υγειονομική Περιφέρεια, την Περιφέρεια Ηπείρου, το Δήμο Ιωαννιτών και το Πανεπιστήμιο, ενώ τις προσεχείς ημέρες διοργανώνεται σχετική ημερίδα με θέμα «Υπηρεσίες Ολοκληρωμένης Φροντίδας».

Οι συνέπειες της κρίσης, καθώς και των αναποτελεσματικών πολιτικών που εφαρμόστηκαν για την αντιμετώπισή της, οδήγησαν στην πτώση του ΑΕΠ κατά 25%, την τεράστια αύξηση της ανεργίας, την περικοπή μισθών και συντάξεων, το κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων, την μείωση των δαπανών σε υγεία, παιδεία και κοινωνική προστασία.

 

Σήμερα, συνυπολογίζοντας τη θέση και τις επιδόσεις της χώρας μας, βρισκόμαστε ανάμεσα σε δύο στρατηγικές επιλογές. Η πρώτη αφορά στη διαμόρφωση εθνικής στρατηγικής, με την ενεργό συμβολή των τοπικών κοινωνιών, ικανή να επισφραγίσει την οριστική έξοδο από την κρίση μέσω ενός νέου, καλά επεξεργασμένου και δίκαιου αναπτυξιακού προτύπου. Η δεύτερη είναι η διαιώνιση του υπάρχοντος μοντέλου, το οποίο ευθύνεται σημαντικά για τη οικονομική και κοινωνική διολίσθηση, αγνοώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας (γεωπολιτική θέση, περιβάλλον και κλιματικές συνθήκες, πολιτισμός, κλπ.).

 

Μερόπη Τζούφη

Βουλευτής Ιωαννίνων (ΣΥΡΙΖΑ)